Γονέας Υποψηφίου: Η Παιδεία, ο ν. 4777/21 και ο παράνομος αποκλεισμός των υποψηφίων φοιτητών, λόγω της ΕΒΕ

Γονέας Υποψηφίου: Η Παιδεία, ο ν. 4777/21 και ο παράνομος αποκλεισμός των υποψηφίων φοιτητών, λόγω της ΕΒΕ

Του *Παναγιώτη Σταμάτη, γονέα μαθητή Γ ' Λυκείου υποψηφίου πανελλαδικών 2021,

«Να μην προσπαθείς να γίνεις άνθρωπος επιτυχίας αλλά άνθρωπος αξίας». Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879-1955).


Η παιδεία αποτελεί το υπόβαθρο της πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου. Είναι καθοριστική για την ανάπτυξη των πνευματικών ιδιοτήτων και ικανοτήτων του ανθρώπου. Αποτελεί τη βάση για την εξέλιξη του ατόμου αλλά και της κοινωνίας Ο συντακτικός νομοθέτης κατοχυρώνει επίσης την συνταγματική αρχή της ελευθερίας της παιδείας.

Κατά την επιταγή του Σ, όπως συνάγεται από την παρ. 1 αλλά και από όλες τις διατάξεις του άρθρου 16, «η παιδεία είναι ελεύθερη». Επιταγή του συντακτικού νομοθέτη είναι η δημιουργία «ελεύθερου» και «ανοικτού» εκπαιδευτικού συστήματος.

Οι ρυθμίσεις του κοινού νομοθέτη θα πρέπει να είναι σύμφωνες προς τη ρύθμιση αυτή. Η ελευθερία της παιδείας τελεί σε αρμονία με την γενικότερη ελευθερία του πνευματικού χώρου και την ελευθερία των ιδεών. Η παιδεία προστατεύεται στο άρθρο 16 και με την μορφή ατομικών δικαιωμάτων, που απορρέουν από τους εκπαιδευτικούς θεσμούς.

Το Σ. κατοχυρώνει υπέρ ενός εκάστου φορέα ατομικό δικαίωμα παιδείας. Φορείς του δικαιώματος παιδείας είναι φυσικά πρόσωπα, εκπαιδευτές εκπαιδευόμενοι κ.λπ., αλλά και νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων.

Η παιδεία προστατεύεται ενεργητικά και παθητικά, ως πομπός και ως δέκτης, προστατεύονται δηλαδή και τα δύο μέρη της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Προστατεύεται ως ελευθερία των διδασκόντων αλλά και ως ελευθερία των διδασκομένων. Η ελευθερία παιδείας είναι καταρχήν υλική ελευθερία πρόσβασης στην παιδεία που σημαίνει δυνατότητα υλικής πρόσβασης στα εκπαιδευτήρια και στα μέσα παιδείας.

Το κατοχυρούμενο από το Σύνταγμα δικαίωμα δωρεάν παιδείας δεν μπορεί να περιορισθεί σε ορισμένο μόνον βασικό επίπεδο σπουδών χωρίς να θίγεται το περιεχόμενο και το αντικείμενο της ακαδημαϊκής ελευθερίας άλλωστε η εκ μέρους του Συντάγματος ανεπιφύλακτη κατοχύρωση του δικαιώματος δωρεάν παιδείας σε όλες της βαθμίδες της αποτελεί την εξέλιξη του σχετικού αρχαιότερου κοινωνικού δικαιώματος στην συνταγματική ιστορία της Χώρας.

Περαιτέρω με το Σύνταγμα κατοχυρώνεται η ανάπτυξη της ανώτατης παιδείας ως θεμελιώδης σκοπός της Πολιτείας που αποβλέπει στην προαγωγή και μετάδοση της επιστημονικής γνώσεως, με την έρευνα και την διδασκαλία και καθορίζονται οι βασικές προϋποθέσεις και αρχές που διέπουν την παροχή της.

Ειδικότερα η παροχή της ανώτατης εκπαιδεύσεως ανατίθεται αποκλειστικά σε ιδρυματικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και σε καθηγητές που έχουν την ιδιότητα του δημόσιου λειτουργού και που υπάγονται στην αρχή της ακαδημαϊκής ελευθερίας που εγγυάται την αδέσμευτη επιστημονική σκέψη, έρευνα και διδασκαλία, οι οποίες αναπτύσσονται με κανόνες που θεσπίζει το Κράτος, το οποίο ασκεί εποπτεία επί των πράξεών τους και με οικονομικά μέσα που παρέχει το ίδιο για την πραγματοποίηση των σκοπών τους

Είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα η απαγόρευση ή και η παρεμβολή ουσιαστικών εμποδίων στην παιδεία οποιασδήποτε βαθμίδας.

Ο φορέας του δικαιώματος (φοιτητής) είναι καταρχήν ελεύθερος να επιλέξει εκπαιδευτήριο. Στα εκπαιδευτικά δικαιώματα ανήκει και το δικαίωμα επιλογής του εκπαιδευτηρίου, δημοσίου ή ιδιωτικού ή και συγκεκριμένης εκπαιδευτικής κατεύθυνσης.

Παράλληλα η παιδεία είναι ελεύθερη, εφόσον είναι προσιτή. Στη γενικότερη ελευθερία της παιδείας ανήκει η ελεύθερη πρόσβαση σε αυτήν.

Η ελευθερία παιδείας ως ελευθερία επιλογής και καθορισμού του περιεχομένου των σπουδών, είναι ελευθερία, που αναπτύσσεται βασικά στις ανώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες και ασκείται, εφόσον πρόκειται για ανηλίκους, από εκείνους που έχουν την κατά νόμο επιμέλεια.

Το δικαίωμα παιδείας αναγνωρίζεται καταρχήν ως αμυντικό κατά του κράτους. Το κράτος οφείλει καταρχήν να απέχει από κάθε ενέργεια που θα παρακώλυε το δικαίωμα παιδείας. Το δικαίωμα παιδείας ως αμυντικό δικαίωμα δεν στρέφεται μόνο κατά του κράτους, αλλ’ ενάντια σε κάθε επιθετική ανθρώπινη ενέργεια.

Η «τριτενέργεια» του αμυντικού δικαιώματος παιδείας προκύπτει επιπρόσθετα από την ειδικά προβλεπόμενη προστατευτική του διάσταση. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους, οφείλει επομένως το κράτος να την προστατεύει από κάθε επιθετική ενέργεια οποιασδήποτε μορφής ιδιωτικής εξουσίας.

Το προστατευτικό περιεχόμενο του δικαιώματος προκύπτει, όχι μόνο από τη γενική θεμελίωση για τον προστατευτικό χαρακτήρα των σύγχρονων συνταγματικών δικαιωμάτων, αλλά και από την ίδια την λεκτική διατύπωση της διάταξης, που ανάγει την παιδεία σε βασική αποστολή του κράτους. Η παιδεία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα συνταγματικά διαμορφωμένου κοινωνικού δικαιώματος.

Το ισχύον Σύνταγμα αναγνωρίζει το δικαίωμα παιδείας και ως εξασφαλιστικό/διεκδικητικό δικαίωμα. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια (Σ άρθ. 16 παρ. 4).

Η παιδεία αποτελεί το μόνο κοινωνικό δικαίωμα του οποίου το εξασφαλιστικό περιεχόμενο κατά τρόπο κατηγορηματικό κατοχυρώνεται συνταγματικά. Η παιδεία κατοχυρώνεται στο ελληνικό Σύνταγμα ως κοινωνικό αγαθό.

Το ατομικό αυτό δικαίωμα, παρέχεται, αδιακρίτως, σε όλους τους Έλληνες πολίτες, ανεξαρτήτως κοινωνικής ή επαγγελματικής τάξεως, η δε άσκησή του δεν τελεί “υπό την ειδική επιφύλαξη του νόμου” ή υπό ειδικές ρυθμίσεις ως προς την πρόσβαση της σε οποιαδήποτε βαθμίδα.

Επίσης, η άσκηση του ιδίου ως άνω ατομικού δικαιώματος δεν εξαρτάται από την έκδοση υπουργικής αποφάσεως, νόμου ή από δικαστική απόφαση.

Η αρχή, άλλωστε, της ισότητας που κατοχυρώνεται από  το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αποτελεί νομικό κανόνα, ο οποίος επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες και αποκλείει τόσο την έκδηλα άνιση μεταχείριση, είτε με τη μορφή της εισαγωγής χαριστικού μέτρου ή προνομίου μη συνδεομένου προς αξιολογικά κριτήρια είτε με την μορφή της επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων ή την ενιαία μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες με βάση όλως τυπικά ή συμπτωματικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια.

Περαιτέρω, το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε προσώπου να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας κατά λόγο της προσωπικής του αξίας.

Τέλος, οι προστατευτικές της παιδείας διατάξεις του άρθρου 16 του Συντάγματος ανάγουν την παιδεία σε αποστολή του Κράτους και κατοχυρώνουν, μεταξύ άλλων, αφ’ ενός μεν τη θεσμική εγγύηση της παροχής ανώτατης εκπαίδευσης από πλήρως αυτοδιοικούμενα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αφ’ ετέρου δε το δικαίωμα στην παιδεία που περιλαμβάνει και το δικαίωμα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση των αποφοίτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εφ’ όσον συγκεντρώνουν τις νόμιμες προϋποθέσεις.

Από τον συνδυασμό των ως άνω συνταγματικών διατάξεων συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης οφείλει να εξασφαλίζει την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προσώπων κεκτημένων τα αναγκαία εφόδια για την ενεργό παρακολούθηση της θεωρητικής και πρακτικής διδασκαλίας μέσω συστήματος εισαγωγής, το οποίο στηρίζεται σε γενικά, αντικειμενικά και πρόσφορα κριτήρια και είναι σύμφωνο με τις αρχές της ισότητας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της σταδιοδρομίας εκάστου ανάλογα με την προσωπική αξία και ικανότητά του, δεδομένου, άλλωστε, και ότι μόνο υπό αυτούς τους όρους είναι δυνατή η επίτευξη της αποστολής των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και η εύρυθμη λειτουργία τους.

Η θέσπιση από τον κοινό νομοθέτη ενός συστήματος εισαγωγής, σύμφωνα με το οποίο οι υποψήφιοι παράλληλα με την ολοκλήρωση του κύκλου των σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται, υποβαλλόμενοι σε δοκιμασία εξετάσεων και βαθμολόγηση, για την πρόσβασή τους στις σχολές και στα τμήματα των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, είναι συμβατό προς τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, εφ’ όσον διασφαλίζει: α) αξιολόγηση των υποψηφίων βάσει κριτηρίων αμιγώς ακαδημαϊκών, ήτοι πρόσφορων για τη διακρίβωση ικανοτήτων σε μαθήματα και δεξιοτήτων συναφών προς το γνωστικό αντικείμενο της σχολής ή του τμήματος, όπου επιθυμεί καθένας να εισαχθεί, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν και άλλης φύσεως κριτήρια, μη ακαδημαϊκά και β) αριθμό εισαγομένων αντίστοιχο με τις εκπαιδευτικές δυνατότητες των σχολών και των τμημάτων, χωρίς υπερβάσεις που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία τους.

Το αντίθετο, η αναγνώριση δηλαδή της δυνατότητος να εισάγονται οι γενικές εξαιρέσεις από τον νομοθέτη, εκεί όπου το Σύνταγμα δεν διακρίνει ή απλώς σιωπά, θα άφηνε, κατ` ουσίαν, ελεύθερο το πεδίο για την αναβίωση αυθαιρέτων διακρίσεων ενώπιον του νόμου και την δημιουργία πολιτών ιδιαιτέρων τάξεων, ομάδων ή κατηγοριών.

Μια δημοκρατική πολιτεία οφείλει να σέβεται, να προστατεύει και να εφαρμόζει το δικαίωμα για παιδεία. Η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε κοινή συνείδηση όχι μόνο των κρατών-εθνών αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Άλλωστε η διαχείρισή της δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στα στενά όριο των κρατών, αλλά θα έπρεπε να αποκτήσει νομική δέσμευση και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η κοινή παραδοχή και η σύγκλιση για τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και ειδικότερα αυτό της παιδείας αποτυπώθηκαν σε διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις, όπως:

1. Στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α) στο άρθρο 2 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της σύμβασης αυτής.

2. Στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που υιοθέτηθηκαν από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών (1948), στο άρθρο 26

3. Στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000), στα άρθρα 13 και 14 (2000/C364/01)».

4. Στη Διεθνή Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού (1989), στο άρθρο 28.

5. Στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, Μέρος 1ο , παρ. 9 και στα άρθρα 9 και 10.

6. Στο Διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά, και μορφωτικά δικαιώματα, άρθρο 13.

Η  κυβέρνηση, παραβλέποντας όλα τα ανωτέρω ψήφισε τον ν. 4777/2021 και την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), όπως την διαμόρφωσε, θέτοντας αυθαίρετα ακαδημαϊκές προϋποθέσεις, δίνοντας λόγο και τη δυνατότητα στα πανεπιστήμια να επιλέξουν τον συντελεστή της βάσης και όλα αυτά στα μέσα της σχολικής χρονιάς 2020-2021, ανακοινώνοντας  μόλις 14 ημέρες πριν από τις πανελλήνιες εξετάσεις.

Μέχρι πρόσφατα δεν γνωρίζαμε τίποτα για τις ΕΒΕ, παρά μόνο ήταν γνωστό το όριο του 10 για τα ειδικά μαθήματα. Τα σχετικά άρθρα 4Β και 4Γ του ν. 4186/2013 προστέθηκαν με τα άρθρα 2 και 3 αντίστοιχα του ν. 4777/ 2021, ενώ μόλις στις 31/05/2021 εξειδικεύτηκαν με την με αριθμ. Φ.251/61361/Α5 (ΦΕΚ Β΄2278) απόφαση της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.4777/2021 Ελάχιστη βάση εισαγωγής – Προσθήκη άρθρου 4Β στον ν. 4186/2013, Στον ν. 4186/2013 (Α΄193), μετά από το άρθρο 4Α προστίθεται άρθρο 4Β ως εξής:

«Άρθρο 4Β Ελάχιστη βάση εισαγωγής 1. Προϋπόθεση συμμετοχής των υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων στη διαδικασία επιλογής για εισαγωγή στα Α.Ε.Ι., στις Α.Ε.Α., στις Α.Σ.Τ.Ε. του Υπουργείου Τουρισμού, στις σχολές των Α.Σ.Ε.Ι. και Α.Σ.Σ.Υ., στη Σ.Σ.Α.Σ., στις σχολές της Αστυνομικής και Πυροσβεστικής Ακαδημίας, στις Α.Ε.Ν., καθώς και τις Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος και Λιμενοφυλάκων, αποτελεί η επίτευξη στις πανελλαδικές εξετάσεις βαθμολογικής επίδοσης ίσης ή μεγαλύτερης της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ανά σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση (Ε.Β.Ε. σχολής, τμήματος ή εισαγωγικής κατεύθυνσης). Η επίτευξη της Ε.Β.Ε. ανά σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση απαιτείται για τους υποψηφίους των πανελλαδικών εξετάσεων της γενικής κατηγορίας, καθώς και των, κατά περίπτωση, προβλεπόμενων ειδικών κατηγοριών, με εξαίρεση τους υποψηφίους που υπάγονται: α) στις υποπερ. i, ii, iii και vii της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997 (Α΄188), β) στην παρ. Α΄ του άρθρου 12 του ν. 2552/1997 (Α΄266), γ) στην περ. στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 44/2016 (Α΄ 68) και , δ) στο άρθρο 19 του ν. 4559/2018 (Α΄ 142). Για τη διαπίστωση της συνδρομής της προϋπόθεσης αυτής, συγκρίνεται η ανά σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση Ε.Β.Ε., όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με το παρόν, με τον μέσο όρο που συγκέντρωσε ο υποψήφιος στα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη και κατά το στάδιο αυτό οι συντελεστές βαρύτητας των μαθημάτων.

2. Η εξεταστέα ύλη και τα θέματα των εξετάσεων είναι κοινά για τους υποψηφίους από τα ημερήσια και εσπερινά Γενικά Λύκεια (ΓΕ.Λ.). Στα ημερήσια και εσπερινά ΓΕ.Λ., η Ε.Β.Ε. διαμορφώνεται ενιαία από τον μέσο όρο των μέσων όρων των βαθμολογικών επιδόσεων των υποψηφίων στα τέσσερα (4) πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ανά επιστημονικό πεδίο, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με συντελεστή που καθορίζεται από τα ιδρύματα εισαγωγής για κάθε σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση και στρογγυλοποιείται στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο. Ο συντελεστής βρίσκεται εντός του διαστήματος ελάχιστης και μεγίστης τιμής, το οποίο διαμορφώνεται σύμφωνα με την παρ. 4.

3. Στις σχολές, τμήματα ή εισαγωγικές κατευθύνσεις, που εντάσσονται σε περισσότερα του ενός επιστημονικά πεδία, για τον υπολογισμό της Ε.Β.Ε. λαμβάνεται υπόψη ο μικρότερος μέσος όρος των μέσων όρων των βαθμολογικών επιδόσεων των υποψηφίων στα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα των επιστημονικών πεδίων, στα οποία εντάσσονται οι συγκεκριμένες σχολές, τμήματα ή εισαγωγικές κατευθύνσεις.

4. Η ελάχιστη και μέγιστη τιμή του συντελεστή της Ε.Β.Ε. των σχολών, τμημάτων και εισαγωγικών κατευθύνσεων ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται έως τις 30 Ιουνίου και αφορά στις προϋποθέσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση του επόμενου σχολικού έτους.

5. Ο συντελεστής της Ε.Β.Ε. για κάθε σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση καθορίζεται με απόφαση της συγκλήτου έπειτα από πρόταση της σχολής, του τμήματος ή της εισαγωγικής κατεύθυνσης, η οποία εκδίδεται εντός της τασσόμενης από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων προθεσμίας και πάντως εντός δύο (2) μηνών από τον καθορισμό της ελάχιστης και μέγιστης τιμής της παρ. 4 και κοινοποιείται στον Υπουργό. Στις περιπτώσεις των εισαγωγικών κατευθύνσεων η πρόταση υποβάλλεται από το τμήμα, στο οποίο αυτές υπάγονται. Για τις σχολές συναρμοδιότητας άλλων υπουργείων, ο συντελεστής της Ε.Β.Ε. καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται έπειτα από πρόταση του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού. Το σύνολο των συντελεστών των σχολών, τμημάτων και εισαγωγικών κατευθύνσεων, οι οποίοι αποφασίζονται σύμφωνα με την παρούσα, καθώς και με την παρ. 6, συγκεντρώνεται σε μία απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.

6. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο, κάποιο ίδρυμα εισαγωγής δεν καθορίζει τον συντελεστή της παρ. 5, ο καθορισμός του γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.

7. Ο συντελεστής της Ε.Β.Ε. δύναται να τροποποιείται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου, η οποία εκδίδεται έως τις 31 Αυγούστου εκάστου έτους…»

Πρόκειται για προφανής καταστρατήγηση των βασικών εννοιών της νομιμότητας και του κράτους δικαίου.

Οι βασικές αρχές του διοικητικού δικαίου, αυτές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης «πήγανε περίπατο». Ένα τέτοιο μέτρο για λόγους χρηστής διοίκησης θα έπρεπε να νομοθετείται έγκαιρα δηλαδή τουλάχιστον να είναι γνωστό από τις αρχές του διδακτικού έτους ώστε να μπορέσουν οι υποψήφιοι να προετοιμαστούνε κατάλληλα, άλλως να ισχύει για το επόμενο σχολικό έτος.

Οι υποψήφιοι του 2021 για την ανώτατη εκπαίδευση ξεκίνησαν τις όποιες προετοιμασίες τους σύμφωνα με την Απόφαση αριθμ. Φ.251/25089/Α5 (ΦΕΚ 643Β΄ 27.2.2020) «Πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, διαδικασίες και όργανα σχετικά με τις πανελλαδικές εξετάσεις Γενικού Λυκείου από το 2020 και εφεξής, με το «νέο» σύστημα του ν. 4186/2013 (ΦΕΚ193 Α΄), της κ. Υπουργού Παιδείας και τα διεξαχθέντα των προηγουμένων ετών.

Η άμεση εφαρμογή της ΕΒΕ  προσέβαλε την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των μαθητών-υποψηφίων στο κράτος, που ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο προς τις προσδοκίες που η ίδια είχε δημιουργήσει στον πολίτη, που όφειλε να μην αιφνιδιάζει τους πολίτες του, άλλως να μην τους εξαπατά ανακοινώνοντας περισσότερες θέσεις στα ΑΕΙ, από αυτές που θα καλυφτούν εντέλει.

Μεταξύ των μέτρων που λαμβάνει  η κ. Υπουργός, οφείλει να επιλέγει τα λιγότερα επαχθή και να σέβεται την αρχή της αναλογικότητας.

Οι παρενέργειες που προκαλεί στον ακαδημαϊκό χάρτη της χώρας η εφαρμογή του ν. 4777/2021, με τον οποίο θεσπίστηκε Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) στα Πανεπιστήμια, είναι πως ο φοιτητικός πληθυσμός θα μειωθεί κατά 25.000 με 30.000, με συνέπεια το κλείσιμο τμημάτων και σχολών σε όλη τη χώρα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η μεγάλη αναστάτωση που έχει προκληθεί στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση εξαιτίας της κατάργησης των ΤΕΙ και του πολλαπλασιασμού των τμημάτων πανεπιστημιακών σχολών από την εφαρμογή του νόμου 4610/2019.

Κατ’ ακολουθία των αναφερθέντων, είναι ότι η επίδικη διάταξη της ΕΒΕ του ν. 4777/2021 προσκρούει στις διατάξεις των άρθρων 2, 4, 5 και 16 του Συντάγματος, με τις οποίες κατοχυρώνεται, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα της δια βίου εκπαιδεύσεως, δηλαδή το δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών να έχουν δια βίου πρόσβαση εις την εκπαίδευση και ειδικότερα εις την ανωτάτη εκπαίδευση δια της καθιερώσεως αντιστοίχου υποχρεώσεως της Πολιτείας να εξασφαλίζει την δυνατότητα προσβάσεως αυτών στις διάφορες βαθμίδες της εκπαιδεύσεως επί τη βάσει αξιοκρατικών και μόνον κριτηρίων.

Συνεπώς είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα ως αντισυνταγματική διότι εισάγει αθέμιτο περιορισμό στο συνταγματικό δικαίωμα της πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση, της ανάπτυξης της προσωπικότητας, (προσβολή της προσωπικότητας, λόγω περιορισμού στην ελεύθερη πρόσβαση στην ανώτατη βαθμίδα της εκπαίδευσης), της αναλογικότητας και της ισότητας, αφού τίθεται ανεπίτρεπτος φραγμός στην συμπλήρωση μηχανογραφικού της ανώτατης εκπαίδευσης, από τους υποψηφίους φοιτητές οι οποίοι με αυθαίρετα κριτήρια (ΕΒΕ) αποκλείονται από τα δημόσια πανεπιστήμια.

Εν κατακλείδι η εφαρμογή της ΕΒΕ, στους υποψήφιους φοιτητές το έτος 2021, που τους αποκλείει την συμπλήρωση του μηχανογραφικού και την επιλογή του πανεπιστημίου της επιθυμίας τους, εκτός του προδήλου θέματος της αντισυνταγματικότητας, όπως διεξοδικά αναλύθηκε ανωτέρω, είναι αντίθετη με τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της αναλογικότητας, της ισότητας, της χρηστής διοίκησης και της νομιμότητας και συνεπώς βρίθει παρανομιών και είναι ακυρωτέα.

Υπάρχει αντίφαση μεταξύ του σκεπτικού του ΥΠΑΙΘ, για φοιτητές με βαθμολογία 0.6- 4 στα 20 και της μη αποφοίτησης ποσοστού 40% από αυτή την κατηγορία, καθώς σύμφωνα με την Έκθεση Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης και της Κατάρτισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2019, αν και το ποσοστό των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ηλικίας 30-34 ετών στην Ελλάδα είναι υψηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ-28 (44,3% έναντι 40,7%) και πάνω από το στόχο που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το 2020 (τουλάχιστον 40%), το ποσοστό απορρόφησής τους από την αγορά εργασίας είναι από τα χαμηλότερα (55,3%, μέσος όρος ΕΕ-28: 81,6%). Ενθαρρυντικό στοιχείο είναι η σημαντική μείωση του ποσοστού των νέων ηλικίας 18-24 ετών που δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, από 14,2% το 2009 σε μόλις 4,7% το 2018 (ΕΕ-28: 10,6%), πηγή έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2019 (Μάρτιος 2020).

Δηλαδή πολύ χαμηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ-28, πάντως αν η κ. υπουργός ήθελε να περιορίσει αυτούς τους φοιτητές  με βαθμολογία 0.6- 4 στα 20 , δεν  χρειαζόντουσαν  όλες αυτές οι αλχημείες, απλά με ένα άρθρο ¨υποψήφιοι που συγκέντρωσαν συνολική βαθμολογία κάτω του 4 αποκλείονται από τη φοίτηση στα ΑΕΙ¨

Όμως ο πρόδηλος  σκοπός της είναι να περιορίσει τις πανεπιστημιακές σχολές στις ελάχιστες δυνατές, ελέγχοντας την ΕΒΕ κάθε σχολής και  μειώνοντας  σταδιακά την πρόσβαση των φοιτητών σε αυτές.

Στην κοινωνία μας δεν υπάρχουν μόνο οι άριστοι, υπάρχουν οι καλοί και οι μέτριοι, που επιθυμούν σύμφωνα με το Συνταγματικό τους δικαίωμα να έχουν τη δυνατότητα της φοίτησης στα πανεπιστήμια της χώρας, με το μόνο θεμιτό περιορισμό των ανακοινωθέντων 77.000 θέσεων από το ΥΠΑΙΘ, της βαθμολογίας των πανελληνίων εξετάσεων και την βαθμολογική σειρά μεταξύ των υποψηφίων.

Η συμπλήρωση του μηχανογραφικού των Δημοσίων ΙΕΚ (Δημόσιο Ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης) σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά αλλά ούτε και θεραπεύει την απαγόρευση συμπλήρωσης μηχανογραφικού για τα ΑΕΙ  για την εισαγωγή των υποψηφίων στα πανεπιστήμια προτίμησης τους, την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, με σειρά προτεραιότητας  βάσει τη βαθμολογία τους στις πανελλήνιες εξετάσεις και τη σειρά προτίμησης του πανεπιστημίου της επιθυμίας τους.

Όπως τελικά αποδεικνύεται η κυβέρνηση μη μπορώντας να αναθεωρήσει το άρθρο 16 Σ, με νομικά τεχνάσματα και ακροβατικούς χειρισμούς, αποκλείει μη νόμιμα μεγάλο αριθμό φοιτητών από τα δημόσια πανεπιστήμια και τα στρέφει για τους μεν οικονομικά εύπορους στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, για δε τους οικονομικά ασθενέστερους στα κολλέγια και στα ΙΕΚ.

Στην κυβέρνηση είναι άγνωστο το φοιτητικό κίνημα του 1-1-4 (το ακροτελεύτιο άρθρο του τότε Συντάγματος, σημερινού άρθρου 120 «…η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων»), το οποίο τη δεκαετία του 60 διεκδικούσε το διαχρονικό αίτημα για το  15% του προϋπολογισμού για την παιδεία.

Πώς να το γνωρίζουν όμως, καθώς από τα περισσότερα μέλη της κυβέρνησης άλλοι ήταν αγέννητοι, άλλοι ¨εξόριστοι¨ και άλλοι το λησμόνησαν μπροστά στην σκοπούμενη-συντελούμενη ιδιωτικοποίηση της παιδείας.

Καθώς η χώρα μας δεν διαθέτει μια δημόσια συστηματική και ποιοτική τεχνολογική και επαγγελματική εκπαίδευση, ένας μεγάλος αριθμός από όσους αποφοίτους λυκείου μείνουν εκτός πανεπιστημίου θα απευθυνθεί στα κολέγια, τα οποία παραπλανητικά υπόσχονται «πανεπιστημιακές σπουδές», ενώ από τον ιδρυτικό τους νόμο, ν.3696/2008 «είναι πάροχοι υπηρεσιών μη τυπικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης» και τα οποία έχουν σκανδαλωδώς υποστηριχθεί από διαδοχικές νομοθετικές ρυθμίσεις του ΥΠΑΙΘ.

Εφόσον από την πολιτεία και βάσει του άρθρου 16 Σ, τα μόνα πανεπιστήμια που επιτρέπονται είναι τα δημόσια, τα μέτρα που λαμβάνει ο κοινός νομοθέτης δεν πρέπει να περιορίζουν την πρόσβαση σε αυτά με αυστηρά κριτήρια εισαγωγής, γιατί εύκολα μπορεί να χαρακτηρισθούν ως ταξικά που αποκλείουν τους φτωχούς μαθητές που δεν μπορούν να ¨πιάσουν¨ την ΕΒΕ και μάλιστα εν μέσω των τόσο προβλημάτων της πανδημίας, σε αντίθεση με τους πλουσίους που μπορούν να γράψουν τα παιδιά τους και να φοιτήσουν σε κρατικά πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Η κυβέρνηση δεν βλέπει την παιδεία σαν το υπόβαθρο της πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου, αλλά όπως την βλέπουν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, να δημιουργήσουν εργαζόμενους, τα οποία μάλιστα καθορίζουν και σε ποιο επάγγελμα πρέπει να εκπαιδευτεί ο κάθε πολίτης.

Προσπαθούν να μετατρέψουν την Ελλάδα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα,  του Σωκράτη, του Πυθαγόρα και πολλών άλλων φιλοσόφων σε μια χώρα τύπου Σοβιετίας, που τα πάντα έχουν σχέση με τον παραγωγικό πλούτο.

Ας μην ξεχνάνε όλοι αυτοί οι μαθητευόμενοι μάγοι, που σπούδασαν σε πανεπιστήμια  του εξωτερικού, και τώρα προσπαθούν να διορθώσουν τα κακώς κείμενα στα ΑΕΙ, ότι ο Αϊνστάιν δεν ήταν  πρότυπος μαθητής, ωστόσο σπούδασε στην Πολυτεχνική Ακαδημία της Ζυρίχης και εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους επιστήμονες του 20ου αιώνα, έγινε ο ιδρυτής της θεωρίας της σχετικότητας και με τα σημερινά τερτίπια της κυβέρνησης θα ήταν τυχερός αν γινόταν ηλεκτρολόγος ή σερβιτόρος.

Τελειώνω με τον αγαπημένο μου δάσκαλο και σεπτό πανεπιστήμονα Αριστοτέλη: «το ξεχείλωμα των νόμων προκειμένου να προωθούνται συγκεκριμένα συμφέροντα (ή πολύ περισσότερο, η θέσπιση άδικων νόμων για τους ίδιους λόγους) δεν προδίδει μόνο μια κοινωνία αρπακτικών, αλλά, πρωτίστως, μια κοινωνία ηλιθίων».

   * Αξιωματικός,  συγγραφέας και τ. αντιπρόεδρος Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 4ου Ζεκάκιου Λυκείου Αμαρουσίου.

Δείτε ΕΔΩ όλα τα τελευταία Φοιτητικά Νέα.

Φοιτητικά Νέα/Foititikanea.gr